Adressat på grekiska
Översättning: adressat, Ordbok: svenska » grekiska
Källspråk:
svenska
Målspråk:
grekiska
Översättningar:
παραλήπτης, αποδέκτης, Αποδέκτες, αποδέκτη, παραλήπτη
Relaterade ord
Andra språk
Relaterade ord: adressat
adress co, adressat adressat, adressat antonymer, adressat betyder, adressat definition, adressat språkordbok grekiska, adressat på grekiska
Översättningar
- adrenalin på grekiska - αδρεναλίνη, αδρεναλίνης, η αδρεναλίνη, την αδρεναλίνη, της αδρεναλίνης
- adress på grekiska - διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
- adressera på grekiska - διεύθυνση, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, διευθυνση
- adverb på grekiska - επίρρημα, επιρρήματα, Τα επιρρήματα, επιρρημάτων, adverbs
Slumpa ord
Adressat på grekiska - Ordbok: svenska » grekiska
Översättningar: παραλήπτης, αποδέκτης, Αποδέκτες, αποδέκτη, παραλήπτη
Översättningar: παραλήπτης, αποδέκτης, Αποδέκτες, αποδέκτη, παραλήπτη