Отряд на греческом языке

Перевод: отряд, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
εξαναγκάζω, δύναμη, ταξιαρχία, ζουλώ, συνθλίβω, αποκόλληση, παρέα, συμβαλλόμενος, ταινία, βία, συνωστισμός, απόσπαση, αποσύνδεση, αποκόλλησης, απόσπασης
Отряд на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: отряд

отряд восток, отряд партизанов, отряд дельта, отряд 731, отряд специального назначения, отряд словарь иностранных слов греческий, отряд на греческом языке

Переводы

  • отрыгивать на греческом языке - ρέψιμο, αναμασώ, εξεμώ, αναμασούν, αναμασήσουν, αναμασούν τα
  • отрыжка на греческом языке - επιβίωση, ρέψιμο, Ερυγή, ερυγές, τάσεις για ρέψιμο
  • отрядить на греческом языке - αποκολληθούν, αποσπώνται, αποκολληθεί, αποσυνδέσετε, αποσπάσει
  • отряжать на греческом языке - αποκολλώ, απαριθμώ, λεπτομέρεια, αποκολληθούν, αποσπώνται, αποκολληθεί, αποσυνδέσετε, ...
Случайные слова
Отряд на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: εξαναγκάζω, δύναμη, ταξιαρχία, ζουλώ, συνθλίβω, αποκόλληση, παρέα, συμβαλλόμενος, ταινία, βία, συνωστισμός, απόσπαση, αποσύνδεση, αποκόλλησης, απόσπασης