Накипь на греческом языке
Перевод: накипь, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κλίμακας, επαναθέτω, αφρίζω, κασίδα, τρίχωμα, κλίμακα, γλίτσα, γούνα, κλιμάκωση, ίζημα, προσχώνω, λέπι, απόβρασμα, αφρού, αποβράσματα, αφρό, αφρός
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: накипь
накипь в чайнике вред, накипь на чайнике уксус, накипь формула, накипь уксус, накипь золя, накипь словарь иностранных слов греческий, накипь на греческом языке
Переводы
- накипать на греческом языке - βράζω, κλίμακα, λέπι, αύξηση, κλίμακας, ορθώνομαι, ανατέλλω, ...
- накипеть на греческом языке - κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, λέπι, nakipet
- накладка на греческом языке - διακόπτης, αλλαγή, αγκύλη, ιμάντας, αλλάζω, κηλίδα, έμπλαστρο, ...
- накладная на греческом языке - ράμφος, λογαριασμός, νομοσχέδιο, φορτωτική, φορτωτικής, της φορτωτικής, ενιαίας φορτωτικής που
Случайные слова
Накипь на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κλίμακας, επαναθέτω, αφρίζω, κασίδα, τρίχωμα, κλίμακα, γλίτσα, γούνα, κλιμάκωση, ίζημα, προσχώνω, λέπι, απόβρασμα, αφρού, αποβράσματα, αφρό, αφρός
Переводы: κλίμακας, επαναθέτω, αφρίζω, κασίδα, τρίχωμα, κλίμακα, γλίτσα, γούνα, κλιμάκωση, ίζημα, προσχώνω, λέπι, απόβρασμα, αφρού, αποβράσματα, αφρό, αφρός