Надлежащий на греческом языке
Перевод: надлежащий, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ευπρεπής, οικειοποιούμαι, σκόπιμος, δεξιός, δικαίωμα, καθωσπρέπει, πρόσφορος, απαιτούμενος, σωστός, βολικός, κατάλληλος, σφετερίζομαι, πρέπων, ορθή, σωστή, κατάλληλη, ορθής
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: надлежащий
надлежащий предмет исполнения, надлежащий предмет, надлежащий вид, надлежащий синоним, надлежащий предмет исполнения обязательства, надлежащий словарь иностранных слов греческий, надлежащий на греческом языке
Переводы
- надламывать на греческом языке - ραγίζω, ρωγμή, ράγισμα, σπάζω, nadlamyvayutsya
- надлежать на греческом языке - behoove, behoove μπορείτε
- надлом на греческом языке - διάλλειμα, αντεπίθεση, ρωγμή, σπάζω, θλάση, ράγισμα, ραγίζω, ...
- надломить на греческом языке - διάλλειμα, ραγίζω, ράγισμα, θρυμματίζομαι, σπάζω, απολύω, αντεπίθεση, ...
Случайные слова
Надлежащий на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ευπρεπής, οικειοποιούμαι, σκόπιμος, δεξιός, δικαίωμα, καθωσπρέπει, πρόσφορος, απαιτούμενος, σωστός, βολικός, κατάλληλος, σφετερίζομαι, πρέπων, ορθή, σωστή, κατάλληλη, ορθής
Переводы: ευπρεπής, οικειοποιούμαι, σκόπιμος, δεξιός, δικαίωμα, καθωσπρέπει, πρόσφορος, απαιτούμενος, σωστός, βολικός, κατάλληλος, σφετερίζομαι, πρέπων, ορθή, σωστή, κατάλληλη, ορθής