Лицо на греческом языке
Перевод: лицо, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τοστ, αντιμετωπίζω, εγγύηση, άτομο, καταπατητής, εχέγγυο, χαρακτήρας, επιστάτης, φυγάς, ανέχομαι, κύρος, άνθρωπος, χορηγώ, κάτοικος, μεσίτης, εγγυώμαι, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: лицо
лицо со шрамом, лицо брейна, лицо глагола, лицо со шрамом смотреть онлайн, лицо на марсе, лицо словарь иностранных слов греческий, лицо на греческом языке
Переводы
- лиценциат на греческом языке - licentiate, δίπλωμα licentiate, άδειας άσκησης επαγγέλματος, το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Licentiate, Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Licentiate
- лицеприятный на греческом языке - μερικός, προκατειλημμένη, μεροληπτική, μεροληπτικά, μεροληπτικές, προκατειλημμένες
- личико на греческом языке - πρόσωπο, αντικρίζω, κύρος, αντιμετωπίζω, προσώπου, πρόσωπό, όψη, ...
- личина на греческом языке - μάσκα, προσωπείο, παρουσιαστικό, αμφίεση, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, ...
Случайные слова
Лицо на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τοστ, αντιμετωπίζω, εγγύηση, άτομο, καταπατητής, εχέγγυο, χαρακτήρας, επιστάτης, φυγάς, ανέχομαι, κύρος, άνθρωπος, χορηγώ, κάτοικος, μεσίτης, εγγυώμαι, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό
Переводы: τοστ, αντιμετωπίζω, εγγύηση, άτομο, καταπατητής, εχέγγυο, χαρακτήρας, επιστάτης, φυγάς, ανέχομαι, κύρος, άνθρωπος, χορηγώ, κάτοικος, μεσίτης, εγγυώμαι, πρόσωπο, προσώπου, πρόσωπό, όψη, το πρόσωπό