Restringir em grego
Tradução: restringir, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
περιστέλλω, περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: restringir
restringir chamadas nokia, restringir acesso a internet, restringir edição word 2010, restringir dados em segundo plano android, restringir chamadas android, restringir dicionário de língua grego, restringir em grego
Traduções
- restituir em grego - αποκαθιστώ, ανακτώ, αναστηλώνω, αποπληρώσει, εξοφλήσει, επιστρέψει, αποπληρωμή, ...
- restos em grego - απομεινάρια, λείψανα, ερείπια, υπολείμματα, παραμένει
- restrinja em grego - περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν
- restrito em grego - έκβαση, επίπτωση, αποτέλεσμα, περιορισμένος, περιορισμένο, περιορισμένη, περιορισμένες, ...
Palavras aleatórias
Restringir em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: περιστέλλω, περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν
Traduções: περιστέλλω, περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν