Εύθρυπτος στα ουγγρικά

Μετάφραση: εύθρυπτος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
porló, omlós, morzsalékos, morzsálódó, eldörzsölhető
Εύθρυπτος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύθρυπτος

εύθρυπτος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εύθρυπτος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εύθικτος στα ουγγρικά - hajlamos, képes, érzékeny, sértődékeny, kényes, ingerlékeny, érzékenyen
  • εύθραυστος στα ουγγρικά - törékeny, rideg, törékennyé, merev
  • εύθυμος στα ουγγρικά - kedélyes, bohó, vidám, ünnepi, élvhajhászó, joviális, Merry, ...
  • εύκαμπτος στα ουγγρικά - árnyalatos, rugalmas, flexibilis, hajlékony, rugalmasabb, a rugalmas
Τυχαίες λέξεις
Εύθρυπτος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: porló, omlós, morzsalékos, morzsálódó, eldörzsölhető