Φαινομενικός στα αγγλικά
Μετάφραση: φαινομενικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
phenomenal, ostensible, apparent, seeming
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: φαινομενικός
seeming
- φαινομενικός
- φαινομενικός
- φανερός
- φαινόμενος
- δήθεν
- φαινομενικός
- φαινομενικός
Σχετικές λέξεις: φαινομενικός
φαινομενικός όγκος κατανομής, φαινομενικός συνώνυμο, φαινομενικός συνώνυμα, φαινομενικός αγγλικα, φαινομενικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, φαινομενικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- φαιδρός στα αγγλικά - cheerful, hilarious, merry, gay, winsome, blithe, vivacious, ...
- φαινομενικά στα αγγλικά - apparently, ostensibly, seemingly, apparent
- φαιός στα αγγλικά - grey, gray, brown, grizzly, Cast, gray cast
- φακές στα αγγλικά - lentils, lentil, of lentils
Τυχαίες λέξεις
Φαινομενικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: phenomenal, ostensible, apparent, seeming
Μεταφράσεις: phenomenal, ostensible, apparent, seeming