Oksettava στα ελληνικά
Μετάφραση: oksettava, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αηδιαστικός, επαναστατικός, βδελυρός, αντιπαθητικός, απωθητικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oksennus στα ελληνικά - ξερνώ, κάνω εμετό, ξέρασμα, εμετό, κάνει εμετό, να κάνει εμετό
- oksentaa στα ελληνικά - άρρωστος, πετώ, αναμασώ, κάνω εμετό, ξέρασμα, εμετό, κάνει εμετό, ...
- oksia στα ελληνικά - συνδετήρας, ψαλιδίζω, κουρεύω, κομψός, πόρπη, κλαδεύω, σοδειά, ...
- oksiminen στα ελληνικά - κλάδεμα, κλαδέματος, Το κλάδεμα, περικοπής, Κλαδευτικό
Τυχαίες λέξεις
Oksettava στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αηδιαστικός, επαναστατικός, βδελυρός, αντιπαθητικός, απωθητικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά
Μεταφράσεις: αηδιαστικός, επαναστατικός, βδελυρός, αντιπαθητικός, απωθητικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, αηδιαστικά