Öfkeli στα ελληνικά

Μετάφραση: öfkeli, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγριος, μαινόμενος, θηριώδης, βάρβαρος, μανιασμένος, οργισμένος, θυμωμένος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό
Öfkeli στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ödül στα ελληνικά - ανταμοιβή, μισθός, αμοιβή, ανταμοιβής, επιβράβευση, τρίτων
  • öfke στα ελληνικά - οργή, φούρκα, θυμός, θυμό, θυμού, το θυμό
  • öksürmek στα ελληνικά - βήχω, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
  • öksürük στα ελληνικά - βήχω, βήχας, βήχα, το βήχα, του βήχα, ο βήχας
Τυχαίες λέξεις
Öfkeli στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγριος, μαινόμενος, θηριώδης, βάρβαρος, μανιασμένος, οργισμένος, θυμωμένος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό