Сложить στα ελληνικά

Μετάφραση: сложить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτυχή, κατασκευάζω, συντάσσω, στοίβα, στοιβάδα, βάζω, ξαπλώνω, συλλέγω, λύνω, τοποθετώ, προγραμματίζω, εξαναγκάζω, κάνω, αποτελώ, σωρός, κοσμικός, καθορίζουν, θεσπίζουν, να ορίσει, ορίσει, καθορίζει
Сложить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • античность στα ελληνικά - αρχαιότητα, την αρχαιότητα, αρχαιότητας, αρχαία
  • бурый στα ελληνικά - καστανός, μακάβριος, καφέ, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
  • выдаивать στα ελληνικά - γάλα, αρμέγω, ξηρό γάλα, ξηρού γάλακτος, σκόνη γάλακτος, γάλατος, αποξηραμένο γάλα
  • доктор στα ελληνικά - ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
Τυχαίες λέξεις
Сложить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτυχή, κατασκευάζω, συντάσσω, στοίβα, στοιβάδα, βάζω, ξαπλώνω, συλλέγω, λύνω, τοποθετώ, προγραμματίζω, εξαναγκάζω, κάνω, αποτελώ, σωρός, κοσμικός, καθορίζουν, θεσπίζουν, να ορίσει, ορίσει, καθορίζει