Подвергать στα ελληνικά
Μετάφραση: подвергать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάζω, ξεσκεπάζω, τοποθετώ, υποκείμενο, εκθέτω, θέμα, υπήκοος, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антрепренер στα ελληνικά - επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίες, επιχειρηματιών
- вена στα ελληνικά - φλέβα, Βιέννη, Βιέννης, vienna, της Βιέννης, τη Βιέννη
- взбесить στα ελληνικά - αποπαίρνω, προκαλώ, εξαγριώνω, παρενοχλώ, ενοχλώ, ερεθίζω, εξαγριώ, ...
- двухосновный στα ελληνικά - διβασικός, διβασικό, διβασικού, διβασικά, διβασικών
Τυχαίες λέξεις
Подвергать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάζω, ξεσκεπάζω, τοποθετώ, υποκείμενο, εκθέτω, θέμα, υπήκοος, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται
Μεταφράσεις: βάζω, ξεσκεπάζω, τοποθετώ, υποκείμενο, εκθέτω, θέμα, υπήκοος, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται