Неослабный στα ελληνικά
Μετάφραση: неослабный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδελεχής, επιμελής, εργατικός, συνεχής, αδιάκοπες, αδιάκοπη, αδιάλειπτη, από αδιάκοπες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аэронавтика στα ελληνικά - αεροναυτική, αεροναυπηγική, αεροναυπηγικής, της αεροναυτικής, της αεροναυπηγικής
- братоубийственный στα ελληνικά - αδελφοκτονικός, αδελφοκτόνος, αδελφοκτόνο, αδελφοκτόνων, αδελφοκτόνου
- ворсянка στα ελληνικά - νεράγκαθο
- гусак στα ελληνικά - αρήν, βλάκας, χήνος, περιπλανώμαι, gander
Τυχαίες λέξεις
Неослабный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδελεχής, επιμελής, εργατικός, συνεχής, αδιάκοπες, αδιάκοπη, αδιάλειπτη, από αδιάκοπες
Μεταφράσεις: ενδελεχής, επιμελής, εργατικός, συνεχής, αδιάκοπες, αδιάκοπη, αδιάλειπτη, από αδιάκοπες