Кропотливый στα ελληνικά
Μετάφραση: кропотливый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλόπονος, κοπιαστικός, λεπτομερής, εργατικός, μικροσκοπικός, λεπτό, επιμελής, πολύμοχθος, χρονοβόρα, χρονοβόρες, χρονοβόρο, χρονοβόρος, χρονοβόρων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- барометрический στα ελληνικά - βαρομετρικός, βαρομετρική, βαρομετρικής, η βαρομετρική, βαρομετρικό
- басить στα ελληνικά - κρένω, μιλώ, basit, Μπασίτ
- дебушировать στα ελληνικά - ξεπροβάλλω, ξεχύνω, εκβάλλουν, να εκβάλλουν, ξεπρόβαλλαν οι
- дрянной στα ελληνικά - σαπισμένος, σαθρός, άχρηστος, πενιχρός, παραδόπιστος, εννοώ, σαπρός, ...
Τυχαίες λέξεις
Кропотливый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλόπονος, κοπιαστικός, λεπτομερής, εργατικός, μικροσκοπικός, λεπτό, επιμελής, πολύμοχθος, χρονοβόρα, χρονοβόρες, χρονοβόρο, χρονοβόρος, χρονοβόρων
Μεταφράσεις: φιλόπονος, κοπιαστικός, λεπτομερής, εργατικός, μικροσκοπικός, λεπτό, επιμελής, πολύμοχθος, χρονοβόρα, χρονοβόρες, χρονοβόρο, χρονοβόρος, χρονοβόρων