Λέξη: πορτοκάλι
Σχετικές λέξεις: πορτοκάλι
πορτοκάλι ιδιότητες, πορτοκάλι γλυκό μπαστουνάκια, πορτοκάλι γλυκό, πορτοκάλι τσίπρας, πορτοκάλι θερμίδες, πορτοκάλι ρεντε, πορτοκάλι γλυκό παρλιάρος, πορτοκάλι γλυκό ολόκληρο, πορτοκάλι μαρμελάδα, πορτοκάλι ετυμολογία, κουρδιστό πορτοκάλι, κέικ πορτοκάλι, κεικ πορτοκάλι
Συνώνυμα: πορτοκάλι
πορτοκαλέα
Μεταφράσεις: πορτοκάλι
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
orange, of orange
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
anaranjado, naranja, de naranja, color naranja, anaranjada
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pomeranze, apfelsine, orangenbaum, orange, orangefarben, orangen, orangefarbenen, orangefarbene
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
orangé, orange, d'orange, l'orange, oranges
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
arancio, arancia, arancione, d'arancia, orange
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
alaranjado, laranja, oral, de laranja, alaranjada, orange
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sinaasappel, oranje, orange
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
апельсиновый, оранжевый, апельсин, померанцевый, оранжевого, оранжевые
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oransje, appelsin, orange, i Orange, brun oransje
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
apelsin, orangefärgade, Orange, apelsinen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
appelsiini, oranssi, kultaoranssi, orange, oranssina
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
appelsin, orange, Orange, i Orange, orangefarvet
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pomerančový, oranžový, pomeranč, oranžová, oranžové
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomarańczowy, pomarańcza, pomarańcz, oranż, smak, pomarańczowym, pomarańczowe
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
narancs, narancssárga, narancsszínű, orange, narancssárga színű
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
portakal, turuncu, Orange, turuncu bir, portakal rengi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
оранжевий, апельсин, жовтогарячий, помаранчевий
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
portokall, portokalli, Orange, ngjyrë, ngjyrë portokalli
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оранжев, портокал, портокалов, оранжево, оранжева
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аранжавы, памяранцавы, оранжевый
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
apelsin, oranž, oranži, apelsini, oranz, oranžid
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
narančasta, naranča, narančast, narančaste, narančasto, narančasti
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
appelsína, appelsínugulur, Appelsínu, appelsínugult, Orange
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
oranžinis, apelsinas, oranžinė, apelsinų, oranžinės, oranžinės spalvos
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apelsīns, oranžs, apelsīnu, oranža, oranžā, orange
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
портокалот, орање, портокал, портокалова, од портокал, портокалово, портокалови
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
portocal, portocală, portocale, portocaliu, portocalie, de portocale, portocala
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oranžen, orange, oranžna, oranžno, pomaranča, oranžne
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
oranžový, pomaranč, oranžová, orange, oranžové
Στατιστικά δημοτικότητας: πορτοκάλι
Τυχαίες λέξεις