Generoso στα ελληνικά

Μετάφραση: generoso, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενναιόδωρος, ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες
Generoso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • genebra στα ελληνικά - τζιν, gin, εκκοκκισμού, το τζιν, εκκοκκιστήριο
  • generalizar στα ελληνικά - γενικά, γενικεύσουμε, γενικεύουμε, γενικεύσει, γενίκευση, γενικεύσουν
  • gengiva στα ελληνικά - καραμπίνα, μαστίχα, όπλο, πιστόλι, κόμμι, κόμμεος, ούλων, ...
  • gente στα ελληνικά - χώρα, έθνος, άνθρωποι, εξοχή, προσγειώνομαι, κόσμος, πατρίδα, ...
Τυχαίες λέξεις
Generoso στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενναιόδωρος, ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες