Fornecer στα ελληνικά
Μετάφραση: fornecer, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιπλώνω, χορήγηση, προμηθεύω, συμπαράσταση, προνοώ, παρέχω, παροχή, προσφέρω, έπιπλα, κάνω, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, καθιστώ, προμήθεια, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fornalha στα ελληνικά - κλίβανος, φούρνος, καμίνι, κάμινος, κλιβάνου
- fornalhas στα ελληνικά - φούρνος, κλίβανος, φούρνοι, κλίβανοι, κλιβάνους, κλιβάνων, κάμινοι
- forneça στα ελληνικά - προνοώ, παρέχω, έπιπλα, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει, ...
- forno στα ελληνικά - πάνω, διακυμαίνομαι, φάσμα, κλίβανος, φούρνος, εμβέλεια, τελείωσε, ...
Τυχαίες λέξεις
Fornecer στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιπλώνω, χορήγηση, προμηθεύω, συμπαράσταση, προνοώ, παρέχω, παροχή, προσφέρω, έπιπλα, κάνω, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, καθιστώ, προμήθεια, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει
Μεταφράσεις: επιπλώνω, χορήγηση, προμηθεύω, συμπαράσταση, προνοώ, παρέχω, παροχή, προσφέρω, έπιπλα, κάνω, υποστήριγμα, βοήθεια, στήριγμα, καθιστώ, προμήθεια, παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει