Зводити στα ελληνικά
Μετάφραση: зводити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετεινός, κόκορας, εξαπατήσει, εξαπατούν, παραπλανήσουν, εξαπατήσουν, παραπλανήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- звичне στα ελληνικά - αυλάκι, συνήθης, συνήθη, συνήθεις, συνηθισμένο, συνηθισμένη
- звичний στα ελληνικά - συμβατικός, συνηθισμένος, ρουτίνα, κανονικός, φυσιολογικός, κανονική, κανονικής, ...
- зволожте στα ελληνικά - βρέξτε, αμβλύνουν, αμβλύνει, υγράνετε, περιορίσει
- зволожтеся στα ελληνικά - zvolozhtesya
Τυχαίες λέξεις
Зводити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετεινός, κόκορας, εξαπατήσει, εξαπατούν, παραπλανήσουν, εξαπατήσουν, παραπλανήσει
Μεταφράσεις: πετεινός, κόκορας, εξαπατήσει, εξαπατούν, παραπλανήσουν, εξαπατήσουν, παραπλανήσει