Verwonding στα ελληνικά
Μετάφραση: verwonding, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, τραυματισμός, τραυματίζω, τραύμα, πονώ, βλάβη, λαβώνω, πληγώνω, βλάπτω, κάκωση, τραυματισμό, τραυματισμού, της ζημίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- botsen στα ελληνικά - χτυπώ, απεργία, σύγκρουση, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή
- litteken στα ελληνικά - ουλή, ουλής, σημάδι, σημαδιών, ουλών
- naam στα ελληνικά - όνομα, ονομασία, ονομάζω, φήμη, τίτλος, επωνυμία, ονόματος, ...
- opvallen στα ελληνικά - χτυπώ, βαρώ, σουξέ, απεργία, ξεχωρίζουν, ξεχωρίζει, να ξεχωρίζει, ...
Τυχαίες λέξεις
Verwonding στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, τραυματισμός, τραυματίζω, τραύμα, πονώ, βλάβη, λαβώνω, πληγώνω, βλάπτω, κάκωση, τραυματισμό, τραυματισμού, της ζημίας
Μεταφράσεις: χτυπώ, τραυματισμός, τραυματίζω, τραύμα, πονώ, βλάβη, λαβώνω, πληγώνω, βλάπτω, κάκωση, τραυματισμό, τραυματισμού, της ζημίας