Opsieren στα ελληνικά

Μετάφραση: opsieren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλλωπίζω, στολίζω, κοσμώ, λουσάρω, διακοσμώ, ωραιοποιώ, εξωραΐζουν, εξωραϊσμένο, ωραιοποιήσει
Opsieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opschudden στα ελληνικά - κρούση, σοκ, κραδασμός, ανακινήστε το, ανακινήστε, ανακινήστε την, αναταράσσετε, ...
  • opschudding στα ελληνικά - κινούμαι, αναδεύω, σάλος, πτερυγίζω, αναταραχή, ανακατεύω, αναστάτωση, ...
  • opslaan στα ελληνικά - ασανσέρ, ανυψώνω, σηκώνω, ανατρέφω, αναστηλώνω, υψώνω, για να αποθηκεύσετε, ...
  • opslag στα ελληνικά - αύξηση, ανατέλλω, αποθήκευση, αυξάνομαι, ορθώνομαι, αποθήκευσης, φύλαξης, ...
Τυχαίες λέξεις
Opsieren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλλωπίζω, στολίζω, κοσμώ, λουσάρω, διακοσμώ, ωραιοποιώ, εξωραΐζουν, εξωραϊσμένο, ωραιοποιήσει