Fit στα ελληνικά

Μετάφραση: fit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υγιής, ταιριάζει, ταιριάζουν, χωρέσει, χωράει, κατάλληλα
Fit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fingeren στα ελληνικά - προσποιούμαι, επιτηδεύομαι, υποκρίνομαι, feign, προσποιούνται, προσποιηθεί
  • firma στα ελληνικά - θίασος, εταιρία, ομήγυρη, παρέα, εταιρεία, επιχείρηση, επιχείρησης, ...
  • fitten στα ελληνικά - τοποθετώ, εγκαθιδρύω, εγκαθιστώ, εγκαταστήσετε, εγκατάσταση, εγκαταστήστε, την εγκατάσταση, ...
  • fixeren στα ελληνικά - ασφαλής, ασφαλίζω, φτιάχνω, διασφαλίζω, εδραιώνω, στερεώνω, δένω, ...
Τυχαίες λέξεις
Fit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υγιής, ταιριάζει, ταιριάζουν, χωρέσει, χωράει, κατάλληλα