Afstotelijk στα ελληνικά
Μετάφραση: afstotelijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιπαθητικός, σατανικός, επαναστατικός, αηδιαστικός, ανέντιμος, απωθητικός, απαίσιος, βρόμικος, κακός, απωθητικό, αποθαρρύνει, απωθητική, αποθαρρυντική, απωθητικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afsterving στα ελληνικά - μαρασμός, dieback, του μαρασμού, φυλλορροή, μαρασμού των
- afstijgen στα ελληνικά - πεζεύω, αφαιρώ, κατεβαίνω, αφιπεύω, αφιππεύω, καταβιβάζω
- aftakking στα ελληνικά - κλαδί, κλάδος, υποκατάστημα, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου
- aftands στα ελληνικά - ξεχαρβαλωμένος, ανίσχυρος, ασθενικός, αδύναμος, σαραβαλιασμένος, ερειπωμένο, ερειπωμένα, ...
Τυχαίες λέξεις
Afstotelijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιπαθητικός, σατανικός, επαναστατικός, αηδιαστικός, ανέντιμος, απωθητικός, απαίσιος, βρόμικος, κακός, απωθητικό, αποθαρρύνει, απωθητική, αποθαρρυντική, απωθητικές
Μεταφράσεις: αντιπαθητικός, σατανικός, επαναστατικός, αηδιαστικός, ανέντιμος, απωθητικός, απαίσιος, βρόμικος, κακός, απωθητικό, αποθαρρύνει, απωθητική, αποθαρρυντική, απωθητικές