Λέξη: μουσαμάς
Σχετικές λέξεις: μουσαμάς
μουσαμάς δαπέδου τιμές, μουσαμάς pvc, μουσαμάς τιμές, μουσαμάς δαπέδου, μουσαμάς με το μέτρο, μουσαμάσ για πάτωμα, μουσαμάς αδιάβροχος, μουσαμάς φορτηγού, μουσαμάς ζωγραφικής, μουσαμάς αγιογραφίας
Συνώνυμα: μουσαμάς
καμβάς, καραβόπανο, καναβάτσο, λινάτσα, μουσαμάς δάπεδου, πατώματος
Μεταφράσεις: μουσαμάς
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tarpaulin, canvas, linoleum, tilt, oilcloth
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
toldo, lienzo, lona, la lona, de lona, tela
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ölzeug, zeltbahn, plane, wagendecke, persenning, Leinwand, Leinen, Segeltuch
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prélart, banne, bâche, étoffe, tissu, toile, canevas, la toile, canvas, toiles
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tela, tela di canapa, canvas, tele, della tela di canapa
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lona, tela, canvas, de lona, da lona
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
canvas, doek, het Canvas, Canvas van, van het Canvas
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
матрос, штормовка, брезент, холст, полотно, холста, парусина
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lerret, lerretet, Canvas, seilduk
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
målarduk, duk, canvas, kanfas, kanvas
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kangas, Canvas, kankaalle, kanvaasit, aiheiset kanvaasivedokset
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lærred, Canvas, lærredet, Lærredstryk, Lærredstryk på
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
celtovina, látka, plátno, plátna, plátně, canvas, plachty
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
brezent, plandeka, tkanina, płótno, kanwa, brezentowy
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vászon, vászonra, vásznon, canvas
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tuval, kanvas, canvas, branda, tuval Üzerine Baskılar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
брезент, матрос, брезентовий, штормівка, полотно, холст
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kanavacë, canvas, kanavacë të, pikturë, hapesiren
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
брезент, платно, платното, бои платно, бои, платна
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палатно, палатне
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
present, kalurimüts, lõuend, lõuendil, lõuendi, lõuendile, presendist
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
cerada, platno, platnu, platna, platnenu
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
striga, strigi, Strigann, tjöld, tjöld sem
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
drobė, drobės, sienų dekoras drobė
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
audekls, audekli, audekla, kanva, kanvas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
платно, платното, сликарско платно, платна
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pânză, panza, canvas, pînză, panza de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
platno, canvas, platna, platnenih, platnu
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
celtovina, plátno, plátna
Τυχαίες λέξεις