Λέξη: μεταγράφω

Συνώνυμα: μεταγράφω

αντιγράφω, μεταγλωτίζω

Μεταφράσεις: μεταγράφω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
transfer, transliterate, transcribe, translit
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cesión, transferencia, transferir, transcribir, transliterar, transliterarlo, transliteración, transliterate
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
transportieren, umsteigen, verlegung, transferieren, übertragen, verlagerung, transport, überlassung, sprung, hinüberbringen, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
assignation, revirement, disloquer, transmission, cession, transférez, transposer, passation, rejet, transport, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cessione, trasferire, trasferimento, traslocare, traslitterare, traslitterare i, trascrivere, traslitterazione, la traslitterazione
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
transpor, transcrever, transporte, trespassar, alhear, transferência, ultrapassar, transferir, transliterar, transliteração, ...
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
transport, overlopen, overbrengen, oversteken, afboeken, opnemen, overgaan, translitereren, te translitereren
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
переброска, перевалка, переместить, перемещение, перемещать, перевозка, перенос, трансферт, транспортировка, цессия, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
overføre, translittererer, translitterere, translite, bare translitterere, transliterate
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
överföra, överlåta, transportera, transkribera, translittererar
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuljettaa, siirto, liikenne, siirtyä, luovuttaa, siirtää, kuljetus, translitteroida, translitteroimaan
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
omskrive, translitterere
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odevzdání, přeložit, překládat, převádět, postoupit, odsunout, přemístit, poukaz, transferovat, přenos, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przenieś, przekaz, przenieść, uzgadnianie, cesja, odstąpienie, odstąpić, przekazanie, przelew, transfer, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átszállítás, átszállás, átutalás, áthelyezés, átmásolás, átigazolás, transzliterál, átír
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
başka dilde yazmak, transliterasyon, alfabe, başka alfabe ile, alfabe ile
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
переносити, передати, переведення, перенести, транслітерувати
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
transliteroj
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
транслитерирам, транслитерират
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
транслітараваць
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üleviimine, ülekanne, Translitteroida, translitereerida, Kirjutada
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
premjestiti, doznaka, prenošenje, transkribovati, transliterirati, prekodirati, prepisivati drugom azbukom, prevoditi simbole
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
transliterate, umrita, að umrita
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Transliterować, Transliterēt, transliteracijos, transliteruoti, kitam abėcėlės raidėmis
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
transliterēt, transliterāciju
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
transliterate
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
transport, translitera, transliterate
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prečrkovanje
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prepísať, potlačiť, prepisovať
Τυχαίες λέξεις