Λέξη: μεγαλοπρεπής
Σχετικές λέξεις: μεγαλοπρεπής
μεγαλοπρεπής σουλειμαν, μεγαλοπρεπής σουλειμαν επεισοδιο, μεγαλοπρεπής αιώνας, σουλεϊμάν, σουλεϊμάν ο μεγαλοπρεπής, σουλειμαν ο μεγαλοπρεπής, σουλειμαν μεγαλοπρεπής, σουλειμαν, σουλειμαν επεισοδια, souleiman, soyleiman, σουλεϊμάν ant1, σουλειμαν ο μεγαλοπρεπης
Συνώνυμα: μεγαλοπρεπής
μεγαλειώδης, σπουδαίος, μέγας, λαμπρός, υπέροχος, ανακτορικός
Μεταφράσεις: μεγαλοπρεπής
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
majestic, magnificent, grand, splendid, grandiose
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
regio, majestuoso, magnífico, magnífica, magnifico, magníficas, magnifica
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
königlich, hoheitsvoll, majestätisch, erhaben, großartig, ausgezeichnet, herrlich, prächtig, herrlichen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
royal, auguste, majestueux, élevé, haut, magnifique, superbe, magnifiques, splendide, grandiose
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
maestoso, regale, regio, reale, magnifico, magnifica, splendida, splendido, magnifici
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
elevado, milho, alto, eminente, real, majestoso, magnífico, magnífica, cópia magnífica, magníficos, ...
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koninklijk, statig, hoog, plechtstatig, vorstelijk, verheven, majestueus, prachtig, prachtige, schitterende, ...
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
величавый, возвышенный, царственный, величественный, гордый, великолепный, великолепная, великолепное, великолепным, великолепной
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kongelig, prakt, storslåtte, storslått, fantastisk, praktfulle
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kunglig, magnifika, magnifik, storslagna, storslagen, magnifikt
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jalo, korkea, keisarillinen, jylhä, kuninkaallinen, upea, upeat, loistavan, upeita, upeasta
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
storslåede, storslået, fantastisk, fantastiske, pragtfulde
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
královský, majestátní, velkolepý, nádherné, nádherný, po nádherné, velkolepé
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
majestatyczny, wspaniały, wspaniałe, wspaniała, wspaniałym, wspaniałego
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fenséges, pazar, nagyszerű, csodálatos, gyönyörű, pompás
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüksek, muhteşem, görkemli, muhteşem bir, sahadaki müthiş
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кукурудза, маїс, чудовий, прекрасний, розкішний
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lartë, madhështor, i mrekullueshëm, madhështore, mrekullueshme, mrekullueshëm
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
великолепен, прекрасна, великолепна, великолепно, великолепната
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
высокi, цудоўны, пышны, выдатны
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
majesteetlik, suurepärane, suurepärased, imepärane, suurepärase, ilusat
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
veličanstven, veličanstvenu, vrhunsko, prekrasan, veličanstveni, veličanstvena, veličanstveno
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stórkostlegt, stórkostlegur, stórkostleg, stórfengleg, stórfenglegt
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
puikus, tiek vėliau įvyko nuostabi, tiek vėliau įvyko, fantastiškas, vėliau įvyko nuostabi
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
karalisks, lielisks, Brīdi vēlāk pēc izcilas, diženi, lielisku, krāšņa
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
величенствен, величествени, прекрасен, величествен, величествена
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
regal, înalt, magnific, magnifică, magnifica, magnifice, magnificul
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
veličastno, Veličastna, veličasten, fenomenalno, čudovito
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
veľkolepý, veľkolepé, nádherné
Στατιστικά δημοτικότητας: μεγαλοπρεπής
Τυχαίες λέξεις