Suuremeelne στα ελληνικά
Μετάφραση: suuremeelne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεγαλόψυχος, γενναιόδωρος, μεγάθυμος, ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elunautlev στα ελληνικά - Επικούρειου, Επικούριος, επικούρεια, Epicurean, επικούρειας
- kabiinivoodi στα ελληνικά - καμπίνα, καμπίνας, ταξί, θαλάμου οδήγησης, θάλαμο οδήγησης
- kosmiline στα ελληνικά - κοσμικός, κοσμική, κοσμικής, κοσμικές, κοσμικών
Τυχαίες λέξεις
Suuremeelne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεγαλόψυχος, γενναιόδωρος, μεγάθυμος, ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες
Μεταφράσεις: μεγαλόψυχος, γενναιόδωρος, μεγάθυμος, ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες