Στυλοβάτης στα φινλανδικά

Μετάφραση: στυλοβάτης, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sarake, tukea, tuki, kulissi, noja, tolppa, pölkky, propelli, rivistö, pilari, pylväs, pönkkä, kantava voima, tukipilari, kantava, kantavana, kulmakivi
Στυλοβάτης στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυλοβάτης

στυλοβάτης στα αγγλικα, στυλοβάτης σημασια, στυλοβάτης ορισμός, στυλοβάτης wikipedia, στυλοβάτης συνώνυμο, στυλοβάτης λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στυλοβάτης στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • στρώση στα φινλανδικά - vaippa, päällys, peite, käsittelykerta, päällyste, kerros, kerroksen, ...
  • στυγνός στα φινλανδικά - kova, kalsea, paatunut, känsäinen, tyly, brutaali, julma, ...
  • στυλό στα φινλανδικά - kynäillä, rangaistuslaitos, kirjoittaa, kynä, työlaitos, mustekynä, kynän, ...
  • στυφός στα φινλανδικά - karvas, katutyttö, terävä, kirpeä, pisteliäs, acrid, kitkerä, ...
Τυχαίες λέξεις
Στυλοβάτης στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: sarake, tukea, tuki, kulissi, noja, tolppa, pölkky, propelli, rivistö, pilari, pylväs, pönkkä, kantava voima, tukipilari, kantava, kantavana, kulmakivi