Εξασθένηση στα φινλανδικά
Μετάφραση: εξασθένηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haitta, aleneminen, lasku, väheneminen, laskua, laskuun
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξασθένηση
εξασθένηση συνώνυμο, εξασθένηση των σφιγκτήρων μυών, εξασθένηση μνήμης, εξασθένηση της στιβάδας του όζοντος, εξασθένηση ήχου, εξασθένηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εξασθένηση στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εξαρθρώνω στα φινλανδικά - sekoittaa, siirtäessään, tyhjiksi, siirtää paikaltaan, tehdä tyhjiksi
- εξαρτώμαι στα φινλανδικά - luottaa, riippua, riippuu, riippuvat, riippuvaisia, riippuvainen
- εξασκώ στα φινλανδικά - harjoitella, tapa, harjoittaa, käytäntö, käytännössä, käytännön, käytäntöjen, ...
- εξασφαλίζω στα φινλανδικά - taata, kokeilla, katsoa, varmistua, varmistaa, tarkistaa, värvätä, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξασθένηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: haitta, aleneminen, lasku, väheneminen, laskua, laskuun
Μεταφράσεις: haitta, aleneminen, lasku, väheneminen, laskua, laskuun