Φαινομενικός στα τσεχικά
Μετάφραση: φαινομενικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zřejmý, zjevný, fenomenální, údajný, samozřejmý, zdánlivý, očividný, patrný, zřejmé
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαινομενικός
φαινομενικός όγκος κατανομής, φαινομενικός συνώνυμο, φαινομενικός συνώνυμα, φαινομενικός αγγλικα, φαινομενικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, φαινομενικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- φαιδρός στα τσεχικά - jásavý, homosexuál, radostný, ochotný, šťastný, prostopášný, živý, ...
- φαινομενικά στα τσεχικά - patrně, zdánlivě, údajně, naoko, ostentativně, okázale
- φαιός στα τσεχικά - popelavý, šedý, šeď, šedá, grey, šedé, šedou
- φακές στα τσεχικά - čočka, čočky, čočkou, čočku
Τυχαίες λέξεις
Φαινομενικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zřejmý, zjevný, fenomenální, údajný, samozřejmý, zdánlivý, očividný, patrný, zřejmé
Μεταφράσεις: zřejmý, zjevný, fenomenální, údajný, samozřejmý, zdánlivý, očividný, patrný, zřejmé