Οργισμένος στα τσεχικά
Μετάφραση: οργισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zuřivý, zlobný, šílený, rozzlobený, vzteklý, rozhněvaný, hněvivý, rozzlobil
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργισμένος
οργισμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, οργισμένος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- οργανικός στα τσεχικά - organický, Organická, organické, organických, ekologické
- οργιά στα τσεχικά - pochopit, sáh, sondovat, fathom, dopátrat se, měřit hloubku
- οργωτής στα τσεχικά - oráč, orgotis
- οργώνω στα τσεχικά - zorat, zbrázdit, brázdit, pluh, orat, kypřiče, pluhu, ...
Τυχαίες λέξεις
Οργισμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zuřivý, zlobný, šílený, rozzlobený, vzteklý, rozhněvaný, hněvivý, rozzlobil
Μεταφράσεις: zuřivý, zlobný, šílený, rozzlobený, vzteklý, rozhněvaný, hněvivý, rozzlobil