Στάσιμος στα τούρκικα
Μετάφραση: στάσιμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sabit, durağan, hareketsiz, sabit bir, kırtasiye
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στάσιμος
στάσιμος συνώνυμα, μένω στάσιμος, στάσιμος συνώνυμο, στάσιμος οικισμός, στάσιμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, στάσιμος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στάμνα στα τούρκικα - sürahi, atıcı, pitcher, ibrik, testi
- στάση στα τούρκικα - tavır, davranış, çehre, tutum, tutumu, tavrı, bir tutum
- στάχτη στα τούρκικα - kul, köz, Cinders, kül, küller, cüruf
- στέγαση στα τούρκικα - konut, gövde, muhafaza, yuva, barınma
Τυχαίες λέξεις
Στάσιμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sabit, durağan, hareketsiz, sabit bir, kırtasiye
Μεταφράσεις: sabit, durağan, hareketsiz, sabit bir, kırtasiye