Ρέω στα τούρκικα
Μετάφραση: ρέω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
akım, akıntı, akış, akmak, ırmak, aybaşı, akmasına, akmaya, akar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρέω
ρέω αρχικοί χρόνοι, ρέω συνώνυμα, ρέω γραμματική, εκδόσεις ρέω, ρέω έρεα, ρέω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρέω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ρέλι στα τούρκικα - kenar, hayat çizgisi, hayatımın parçası, can simidi, can damarı, lifeline
- ρέψιμο στα τούρκικα - geğirmek, püskürtme, geğirme, belching, püskürten, belching at
- ρήγας στα τούρκικα - kral, king, kralı, kralın, şah
- ρήγμα στα τούρκικα - yarık, rift, çatlak, sürtüşme, yarılım
Τυχαίες λέξεις
Ρέω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: akım, akıntı, akış, akmak, ırmak, aybaşı, akmasına, akmaya, akar
Μεταφράσεις: akım, akıntı, akış, akmak, ırmak, aybaşı, akmasına, akmaya, akar