Ξαπλώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: ξαπλώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lägga, lie, lögn, ligger, ligga, lögnen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξαπλώνω
ξαπλώνω κομμάτια, ξαπλώνω στον καναπέ και αναλογίζομαι την ζωή μου, ξαπλώνω ονειροκρίτης, ξαπλώνω στα αγγλικά, ξαπλώνω αγγλικα, ξαπλώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ξαπλώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ξανασυμβαίνω στα σουηδικά - xanasymvaino
- ξανθός στα σουηδικά - blond, rättvis, sken, tända, blekna, skön, blek, ...
- ξαφνιάζω στα σουηδικά - överraskning, förvåning, överraskningen, surprise, överraskande
- ξαφνικά στα σουηδικά - plötsligt, helt plötsligt
Τυχαίες λέξεις
Ξαπλώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lägga, lie, lögn, ligger, ligga, lögnen
Μεταφράσεις: lägga, lie, lögn, ligger, ligga, lögnen