Ανακόπτω στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανακόπτω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
steblo, izvornih, stebla, matičnih, zarodnih
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανακόπτω
ανακόπτω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανακόπτω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ανακτώ στα σλοβενικά - obnovit, izterjati, vračilo, izterja, izterjavo, povrnitev
- ανακωχή στα σλοβενικά - premirje, premirja, truce, premirju
- ανακύκλωση στα σλοβενικά - recikliranje, recycling, recikliranja, reciklaža, recikliranju
- αναλαμπή στα σλοβενικά - svit, blesk, náznak, bliskavica, bliskavico, flash, bliskavice, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανακόπτω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: steblo, izvornih, stebla, matičnih, zarodnih
Μεταφράσεις: steblo, izvornih, stebla, matičnih, zarodnih