Πλευρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πλευρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
accost
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλευρίζω
πλευρίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πλευρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πλεονεκτικός στα σλαβομακεδονικά - поволна, поволни, најповолната, предност, корисно
- πλευρά στα σλαβομακεδονικά - страна, од страна на, страна на, од страна, несакани
- πλευρό στα σλαβομακεδονικά - страна, од страна на, страна на, од страна, несакани
- πλεόνασμα στα σλαβομακεδονικά - вишок, суфицит, вишокот, вишок на, вишокот на
Τυχαίες λέξεις
Πλευρίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: accost
Μεταφράσεις: accost