Πέλμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πέλμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
единствена, единствен, трговец, единствениот, единствената
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέλμα
πέλμα ποδιού, πέλμα sbd 285-3 allteq, πέλμα πόνος, πέλμα ελαστικού, πέλμα σκούπας, πέλμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πέλμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πέλαγος στα σλαβομακεδονικά - море, Море, морето, морски, морска
- πέλεκας στα σλαβομακεδονικά - секира, Pelekas
- πέμπτος στα σλαβομακεδονικά - петтиот, петтата, петта, петти, петтина
- πένθιμος στα σλαβομακεδονικά - жалост, оплакување, на жалост, тага, жалост во
Τυχαίες λέξεις
Πέλμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: единствена, единствен, трговец, единствениот, единствената
Μεταφράσεις: единствена, единствен, трговец, единствениот, единствената