Απαλλαγμένος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: απαλλαγμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
слободен, бесплатно, бесплатни, слободна, слободни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαλλαγμένος
απαλλαγμένος συνωνυμο, απαλλαγμένος στα αγγλικα, απαλλαγμένος από κάθε ηθική, απαλλαγμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, απαλλαγμένος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- απαλλάσσω στα σλαβομακεδονικά - ослободени, изземен, изземени, ослободен, ослободена
- απαλλαγή στα σλαβομακεδονικά - ослободување, изземање, ослободувањето, ослободување од, исклучок
- απαλλοτρίωση στα σλαβομακεδονικά - експропријација, експропријацијата, за експропријација, експропријација на
- απαλός στα σλαβομακεδονικά - мека, меко, меки, безалкохолни, мек
Τυχαίες λέξεις
Απαλλαγμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: слободен, бесплатно, бесплатни, слободна, слободни
Μεταφράσεις: слободен, бесплатно, бесплатни, слободна, слободни