Έσοδο στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: έσοδο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
приходи, приход, приходите, приходот, данок на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έσοδο
τεκμαρτό έσοδο, οριακό έσοδο, μέσο έσοδο, έσοδο ορισμός, δεδουλευμένο έσοδο, έσοδο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, έσοδο στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- έρχομαι στα σλαβομακεδονικά - се, доаѓаат, дојде, да дојде, дојдат
- έρωτας στα σλαβομακεδονικά - љубов, сакам, љубовта, сакаат, сакаме
- έστω στα σλαβομακεδονικά - дури и, дури, па дури и, уште, па дури
- έσχατος στα σλαβομακεδονικά - крајната, крајна, крајниот, врвен, крајните
Τυχαίες λέξεις
Έσοδο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: приходи, приход, приходите, приходот, данок на
Μεταφράσεις: приходи, приход, приходите, приходот, данок на