Επιμελής στα ρωσικά

Μετάφραση: επιμελής, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тщательный, неутомимый, неослабный, прилежный, истовый, рачительный, усидчивый, старательный, кропотливый, усердный, трудолюбивый, прилежным, прилежными, усердным
Επιμελής στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμελής

επιμελής στα αγγλικά, επιμελής μαθητής, επιμελήσ συνώνυμο, επιμελής βικιλεξικο, επιμελήσ english, επιμελής λεξικό γλώσσας ρωσικά, επιμελής στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • επιμήκης στα ρωσικά - продолженный, продолговатый, вытянутый, удлиненный, прямоугольный, продолговатые, продолговато, ...
  • επιμήκυνση στα ρωσικά - продолжение, вытягивание, удлинение, продление, относительное удлинение, удлинения, удлинением, ...
  • επιμελούμαι στα ρωσικά - холить, способствовать, монтировать, издать, ухаживать, клониться, выдать, ...
  • επιμονή στα ρωσικά - упорство, неотступность, живучесть, выносливость, закаленность, настойчивость, постоянство, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιμελής στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: тщательный, неутомимый, неослабный, прилежный, истовый, рачительный, усидчивый, старательный, кропотливый, усердный, трудолюбивый, прилежным, прилежными, усердным