Σταματώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: σταματώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
probă, antract, oprire, cec, stop, opri, a opri, opresc din, opresc din a
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σταματώ
σταματώ κλίση, σταματώ conjugation, δεν σταματώ, δε σταματώ, σταματάω το κάπνισμα, σταματώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σταματώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- σταθμός στα ρουμανικά - post, stație, stație de, gară, de gară
- σταλάζω στα ρουμανικά - prelinge, firicel, trickle, se prelinge
- στασιασμός στα ρουμανικά - răscoală, răzvrătire, revoltă, sedițiune, rebeliune
- στασιαστικός στα ρουμανικά - rebel, răzvrătită, răzvrătit, rebelă, răzvrătiți
Τυχαίες λέξεις
Σταματώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: probă, antract, oprire, cec, stop, opri, a opri, opresc din, opresc din a
Μεταφράσεις: probă, antract, oprire, cec, stop, opri, a opri, opresc din, opresc din a