Τρυπώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τρυπώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
preço, tabelar, picar, torneira, toque, toque em, da torneira, tap
Τρυπώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυπώ

χτυπώ αγγλικά, χτυπώ συνώνυμα, τρυπώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τρυπώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τρούφα στα πορτογαλικά - trufa, trufas, truffle, de trufas, trufa de
  • τρυπάνι στα πορτογαλικά - broca, furadeira, de perfuração, drill, broca de
  • τρυφερός στα πορτογαλικά - tendência, encarregado, suave, ameno, meigo, oferta, proposta, ...
  • τρυφερότητα στα πορτογαλικά - afeição, afecção, abalo, comoção, choque, ternura, tenderness, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρυπώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: preço, tabelar, picar, torneira, toque, toque em, da torneira, tap