Συνεχής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συνεχής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contínuo, duradouro, permanente, constante, contínua, continua, contínuas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεχής
συνεχής μεταβλητή, συνεχής τάση, συνεχής συνώνυμα, συνεχής διάρροια, συνεχής υπνηλία, συνεχής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συνεχής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συνετό στα πορτογαλικά - aconselhável, sábio, sensato, sábia, sábios, wise
- συνετός στα πορτογαλικά - prudente, julgamento, ajuizado, sensato, aconselhável, sábio, são, ...
- συνεχίζομαι στα πορτογαλικά - avançar, continuar, prosseguir, permanecer, durar, ir em, ir, ...
- συνεχίζω στα πορτογαλικά - durar, avançar, prosseguir, permanecer, continuar, continuam, continue, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεχής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: contínuo, duradouro, permanente, constante, contínua, continua, contínuas
Μεταφράσεις: contínuo, duradouro, permanente, constante, contínua, continua, contínuas