Πυρακτώνομαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πυρακτώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fulgor, ardor, luva, abrasar, temperar, recozer, recozimento, emparelham, recoze
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυρακτώνομαι
πυρακτώνομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πυρακτώνομαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πυρήνας στα πορτογαλικά - semente, núcleo, afastar-se, cerne, bocal, caroço, âmago, ...
- πυρακτωμένος στα πορτογαλικά - incandescente, brilhante, incandescer, incandescência, de incandescência
- πυραμίδα στα πορτογαλικά - pirâmide, enigma, pirâmide de, pyramid, da pirâmide, de pirâmide
- πυρετός στα πορτογαλικά - febre, temperatura, têmpera, busque, temperar, peste, a febre, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυρακτώνομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fulgor, ardor, luva, abrasar, temperar, recozer, recozimento, emparelham, recoze
Μεταφράσεις: fulgor, ardor, luva, abrasar, temperar, recozer, recozimento, emparelham, recoze