Πούπουλο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πούπουλο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
penugem, pêlo, pombo, debaixo, pomba, pena, pluma, penas, de penas, da pena
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πούπουλο
πάπλωμα πούπουλο, πούπουλο στα αγγλικά, πούπουλο θεσσαλονίκη, μπουφαν πούπουλο, επίστρωμα πούπουλο, πούπουλο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πούπουλο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πούλμαν στα πορτογαλικά - adestrar, autocarros, autocarro, exercitar, vagão, treinar, treinador, ...
- πούντα στα πορτογαλικά - resfriado, constipação, frio, Punta, de Punta, em Punta, do punta
- πούσι στα πορτογαλικά - neblina, névoa, missionário, bruma, nevoeiro, de nevoeiro, nevoeiro da
- πράγμα στα πορτογαλικά - detalhe, delgado, coisa, objecto, causa, minúcia, fino, ...
Τυχαίες λέξεις
Πούπουλο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: penugem, pêlo, pombo, debaixo, pomba, pena, pluma, penas, de penas, da pena
Μεταφράσεις: penugem, pêlo, pombo, debaixo, pomba, pena, pluma, penas, de penas, da pena