Κολιγιά στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κολιγιά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
crofters, arrendatários, dos Crofters, nos pequenos agricultores
Κολιγιά στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολιγιά

κολιγιά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κολιγιά στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κολεός στα πορτογαλικά - vagina, vaginal, da vagina
  • κολιέ στα πορτογαλικά - coleira, colar, colar de, necklace, de colar
  • κολικός στα πορτογαλικά - cólica, cólicas, colic, a cólica, as cólicas
  • κολλάρισμα στα πορτογαλικά - curativo, molho, vestir, de vestir, penteadeira
Τυχαίες λέξεις
Κολιγιά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: crofters, arrendatários, dos Crofters, nos pequenos agricultores