Καταδιώκω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: καταδιώκω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
perseguição, chase, caça, perseguição de, caçada
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταδιώκω
καταδιώκω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καταδιώκω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- καταδικασμένος στα πορτογαλικά - condenado, condenados, condenada, fadado, condenadas
- καταδικαστέος στα πορτογαλικά - condenável, execrável, maldito, maldita, abominável
- καταδυνάστευση στα πορτογαλικά - opressão, a opressão, da opressão, de opressão
- καταδότης στα πορτογαλικά - ervas, grama, aferrar, tomar, aperto, erva, agarrar, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταδιώκω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: perseguição, chase, caça, perseguição de, caçada
Μεταφράσεις: perseguição, chase, caça, perseguição de, caçada