Ιδιορρυθμία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ιδιορρυθμία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
peculiaridade, particularidade, peculiarity, peculiaridades, especificidade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιορρυθμία
ιδιορρυθμία συνώνυμα, ιδιορρυθμία λεξικο, ιδιορρυθμία προτασεις, ιδιορρυθμία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ιδιορρυθμία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ιδιοκτήτης στα πορτογαλικά - dono, proprietário, possuir, próprio, do proprietário, proprietário do, arrendador
- ιδιοκτησία στα πορτογαλικά - possessão, posse, proprietário, dono, propriedade, imóvel, propriedades, ...
- ιδιοτέλεια στα πορτογαλικά - egoísmo, o egoísmo, do egoísmo, egoismo, egoísmos
- ιδιοτελής στα πορτογαλικά - interesseiro, interesseira, egoísta, de interesse próprio
Τυχαίες λέξεις
Ιδιορρυθμία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: peculiaridade, particularidade, peculiarity, peculiaridades, especificidade
Μεταφράσεις: peculiaridade, particularidade, peculiarity, peculiaridades, especificidade