Διίσταμαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διίσταμαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
divergir, divergem, diverge, divergentes, afastar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διίσταμαι
διίσταμαι αγγλικα, διίσταμαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διίσταμαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διέπω στα πορτογαλικά - dominar, abóbora, governar, reger, governe, diepo
- διήθηση στα πορτογαλικά - filtração, filtragem, de filtração, filtra�o, de filtragem
- δια στα πορτογαλικά - por, pelo, pela, pelos, em
- διαίρεση στα πορτογαλικά - divisão, divisão de, repartição, a divisão, de divisão
Τυχαίες λέξεις
Διίσταμαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: divergir, divergem, diverge, divergentes, afastar
Μεταφράσεις: divergir, divergem, diverge, divergentes, afastar