Έντεχνος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: έντεχνος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
hábil, derrapar, patim, bem feito, bem acabado, APRIMORAMENTO, DE APRIMORAMENTO, workmanlike
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έντεχνος
έντεχνος συλλογισμός, έντεχνος ορισμός, έντεχνος συνωνυμο, έντεχνοσ λαϊκόσ λόγοσ, έντεχνος σοφία, έντεχνος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έντεχνος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- έντεκα στα πορτογαλικά - ascensor, onze, elevador, Eleven, de onze, onze anos, onze horas
- έντερο στα πορτογαλικά - intestino, intestine, intestinal, intestinos, do intestino
- έντιμος στα πορτογαλικά - homologar, respeitável, respeitar, são, respeito, honesto, honesta, ...
- έντομο στα πορτογαλικά - inscrever, insecto, insectos, inseto, insetos, de insetos
Τυχαίες λέξεις
Έντεχνος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: hábil, derrapar, patim, bem feito, bem acabado, APRIMORAMENTO, DE APRIMORAMENTO, workmanlike
Μεταφράσεις: hábil, derrapar, patim, bem feito, bem acabado, APRIMORAMENTO, DE APRIMORAMENTO, workmanlike