Ρίχνομαι στα πολωνικά
Μετάφραση: ρίχνομαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uderzyć, uderzać, miotać, ciskać, mieść, miesc, miotać coś czymś
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρίχνομαι
ρίχνομαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, ρίχνομαι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ρίζα στα πολωνικά - pierwiastek, kibicować, podstawa, zakorzeniać, bruździć, źródłosłów, korzenić, ...
- ρίξιμο στα πολωνικά - gips, spuścić, obsada, rzut, oddawać, ulać, układać, ...
- ρίχνω στα πολωνικά - potrząsać, zwalić, wyrzut, lać, zostawić, zostawiać, przewracać, ...
- ραβί στα πολωνικά - rabin, rabbi, rabinem, rabina, Rabi
Τυχαίες λέξεις
Ρίχνομαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: uderzyć, uderzać, miotać, ciskać, mieść, miesc, miotać coś czymś
Μεταφράσεις: uderzyć, uderzać, miotać, ciskać, mieść, miesc, miotać coś czymś